γενοκυκλάδα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γενοκυκλάδα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γενοκυκλάδα ἡ, ἀμάρτ. γενοκυκλάα Κάρπ. ’ενοκυκλάα Κάρπ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. γένος καὶ κυκλάδα.
Σημασιολογία
Γενοκόπι, ὃ ἰδ., ἔνθα καὶ συνών.: Ἐσυνάχτην οὕλ’ ἡ ’ενοκυκλάα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA