ἀναπιˬαστὴς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀναπιˬαστὴς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀναπιˬαστὴς ὁ ἀμαρτ. ἀνεπιˬαστὴς Κρήτ. (Σητ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. ἀναπιˬάνω.

Σημασιολογία

Ὁ ἐμμέσως προσπαθῶν νὰ ἀνακρίνῃ τινὰ διὰ νὰ μάθῃ τὸ μυστικόν του: Τοῦ διˬαόλου τὸν ἀνεπιˬαστὴ ποῦ βρέθηκε νὰ μὲ ’νεπιˬάνη! Ἀνεπιˬαστή σ’ ἔβαλε γιˬὰ νὰ μὲ ’νεπιˬάσῃς;

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/