ἀρκαντάσι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀρκαντάσι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀρκαντάσι τό, ἀμάρτ. ἀρκαdάιν Πόντ. (Κρώμν. Ματζούκ. Χαλδ.) ἀρκατά’ Πόντ. (Κρώμν. Ματζούκ. Χαλδ.) Πληθ. ἀρκαdάσα Λέσβ. (Μανταμᾶδ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ Τουρκ. arkadaş.
Σημασιολογία
Ἀρκαντάσης, ὃ ἰδ.: Εὗρα τ᾿ ἀρκαdάι μ᾽ Χαλδ. ‖ Ἆσμ. ᾽Εκλῶστ᾿ ὀπίσ’ ἐτέρεσα, ἔτονε τ᾿ ἀρκατάι μ᾿ Ματζούκ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA