ἀρκάρι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀρκάρι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀρκάρι τό, ’Ικαρ.
Ετυμολογία
᾿Εκ συμφύρσεως τῶν οὐσ. ἄρκα καὶ ἀρμάρι. Πβ. GMeyer Neurg. Stud. 3, 11.
Σημασιολογία
Ἑρμάριον. Συνών. ἀρμάρι.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA