ἀχνόθωρος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀχνόθωρος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀχνόθωρος ἐπίθ. ΚΘεοτόκ. Οἱ σκλάβ. 98 ΛΜαβίλ. Ἔργα 40.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀχνὸς καὶ τοῦ οὐσ. θωριˬά.
Σημασιολογία
Ὁ ἔχων ὠχρὰν ὄψιν, χλομός, κιτρινωπός: ’Εχόρευαν μέσα ’ς ἕνα ἀχνόθωρο σύννεφο ΚΘεοτόκ. ἔνθ᾽ ἀν. || Ποίημ. Περ’σσότερο ἀπ’ τ’ ἀχνόθωρα τοῦ ἡλιˬοῦ τοῦ χινοπώρου ἥσυχα βασιλέμματα ΛΜαβίλ. ἔνθ’ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA