βρυσίλα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βρυσίλα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
βρυσίλα ἡ, ἀμάρτ. βρυτσίλα Ζάκ. Κεφαλλ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. βρύσι καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ίλα.
Σημασιολογία
Γῆ ἀναβλύζουσα ὕδωρ, τόπος βαλτώδης.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA