ἀχνόφωτο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀχνόφωτο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀχνόφωτο τό, ΓΞενοπ. Τρίμορφ. γυν.2 221.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀχνὸς καὶ τοῦ οὐσ. φῶς.
Σημασιολογία
'Αχνόφεγγο, ὃ ἰδ.: ᾿Αλλὰ ποτὲ ἡ γαλήνη καὶ τὸ ἥμερο τ᾿ ἀχνόφωτο τῆς ὥρας δὲ μπῆκαν βαθύτερα ’ς τὴν ψυχή τῆς Νίτσας.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA