βρωμοκίτρινος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

βρωμοκίτρινος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ἐπίθετο

Τυπολογία

βρωμοκίτρινος ἐπίθ. ΠΒλαστ. Κριτικ. Ταξίδ. 66.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. βρῶμα (ἡ) καὶ τοῦ ἐπιθ. κίτρινος.

Σημασιολογία

Ὁ ἔχων κίτρινον χρῶμα καὶ ὤν ἀκάθαρτος, ρυπαρός: Σκυλλιˬὰ βρωμοκίτρινα, τσιμπουρόσκυλλα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/