βρωμόψυχος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

βρωμόψυχος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

βρωμόψυχος ἐπίθ. ΑΤραυλαντ. ἐν ΝἘστ. 1, 603.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. βρῶμα (ἡ) καὶ ψυχή.

Σημασιολογία

Ὁ ἔχων βρωμερὰν ψυχήν, ἁμαρτωλός: Νὰ σὲ συχωρέσῃ ὁ Θεὸς γιˬὰ τοὶς ἀμαρτίες σου, βρωμόψυχε!

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/