γήταυρος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γήταυρος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

γήταυρος ὁ, Α. Καρκαβίτσ., Ἀρχαιολόγ., 52 καὶ εἰς Ν. Ἑστ. 19 (1935), 84 Π. Βλαστ., Ἀργώ, 61.387 Ν. Πολίτ., Παραδ. 2,958.961 - Λεξ. Βλαστ. 448 Πρω. Δημητρ. ᾽ήταυρος Ἤπ. Θεσσ. Ν. Πολίτ., Παραδ. 2,954 νήταυρος Πελοπν. (Ἀχαΐα) Στερελλ. (Ναύπακτ.) - Ν. Πολίτ., Παραδ. 1,205. 2,954 - Λεξ. Δημητρ.

Ετυμολογία

Τὸ Βυζαντ. γήταυρος.

Σημασιολογία

Μυθικὸν θηρίον τὸ ὁποῖον διαιτᾶται, κατὰ τὰς παραδόσεις τοῦ λαοῦ, εἰς τοὺς βυθοὺς ποταμῶν, λιμνῶν καὶ ἑλῶν, τὸ ὁποῖον παραμένει ἀθέατον καὶ ἐκβάλλει ἀπ᾽ ἐκεῖ μυκηθμούς ὡς τοῦ ταύρου ἔνθ᾽ ἀν.: Ἐκεῖ μέσα κατοικεῖ ἕνα φοβερὸ θηρίο, ο᾽ ᾿ήταυρος Ν. Πολίτ., Παραδ 1,206 Ἕνα βογγητὸ γήταυρου ξέφυγε ἀπὸ τὸ στεγνωμένο λάρυγγά του Λ. Καρκαβίτσ. εἰς Ν. Ἑστ. ἔνθ᾽ ἀν. || Ποιημ. ᾽Σ τὸ φρύδι κάθε ξέγυρης καμάρας τροχομάσκαν ἀνασκελᾶδες, γήταυροι, πλανήταροι, γελλοῦδες Π. Βλαστ. Ἀργὼ 61. Ἡ λ. καὶ ὡς ἐπών. Α. Βαλαωρ., Ἔργα 3,347.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/