γιˬαλοδρόμος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γιˬαλοδρόμος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
γιˬαλοδρόμος ὁ, ἑνιαχ. γιˬαλουδρόμους Λέσβ.
Ετυμολογία
Ἑκ τοῦ ρ. γιˬαλοδρομίζω.
Σημασιολογία
Τὸ πτηνὸν Ἀλκυὡν ἡ λασία (Alcedo hispida) τῆς οἰκογ. τῶν Ἀλκυονιδῶν (Alcedinidae). Πβ. Η. Pernot, Phonet. (des parlers de Chio 3,382. Συνών. βλ. εἰς λ. βασιλοπούλλι 1 καἰ γιˬαλοπούλλι.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA