γιˬαμὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γιˬαμὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Σύνδεσμος
Τυπολογία
γιˬαμὰ σύνδ. Ζάκ. Ἰθάκ. Πελοπν. (Μάν.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν συνδ γιˬὰ καὶ μά.
Σημασιολογία
Λοιπὸν ἔνθ’ ἀν.: Γιˬαμὰ τί θὰ κάμουμε; (τί θὰ κάνουμε λοιπόν;) Ζάκ. Καὶ τί σοῦ ’πε γιˬαμά; Ἰθάκ Δὲν ἔπαιρνε τσαὶ κείνη γιˬαμὰ ἕναν ἄλλον; Μάν. Δὲν πηγαίνεις καὶ σὺ γιˬαμὰ γιˬὰ νερό; αὐτόθ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA