γαγγάβα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γαγγάβα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γαγγάβα ἡ, Κάλυμν. Πάρ κ.ἀ. -Λεξ. Ἠπίτ. γγαγγάβα Θεσσ. Σῦρ. κ.ἀ. καγγάβα Κῶς Μεγίστ. Σύμ. κ.ἀ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. γαγγάμη.
Σημασιολογία
1) Γαγγάμη, ὃ ἰδ., Θεσσ. Κάλυμν. Μεγίστ. Πάρ. Σῦρ. Σύμ. κ.ἀ. -Λεξ. ᾿Ηπίτ. 2) Πλοῖον σπογγαλιευτικὸν Σύμ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA