ἀνειδεμὴ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀνειδεμὴ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Σύνδεσμος

Τυπολογία

ἀνειδεμὴ σύνδ. Λευκ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν συνδ. ἄν καὶ εἰδεμή.

Σημασιολογία

Σύνδεσμος ὑποθετικός, διὰ τοῦ ὁποίου εἰσάγεται πρότασις δηλοῦσα ἄρνησιν τῆς ἐννοίας τῆς προηγουμένης: Ἄν θά ’ρθη; αὔριˬο, καλά, ἀνειδεμή καὶ δὲν ἔρθῃς, νὰ μὲ ἀββιζάρῃς. Συνών. εἰδεμή.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/