ἄχωστος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἄχωστος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἄχωστος ἐπίθ. σύνηθ. καὶ Πόντ. (Τραπ.) ἄχουστους σύνηθ. βορ. ἰδιωμ. ἄχωτος Πόντ. (Τραπ.) –Λεξ. Μ’Εγκυκλ.
Ετυμολογία
Τὸ μεταγν. ἐπίθ. ἄχωστος.
Σημασιολογία
1) Ὁ μὴ καλυφθεὶς μὲ χῶμα σύνηθ. καὶ Πόντ. (Τραπ.): Ἄχωστες πατάτες-ρίζες σύνηθ. 2) Ὁ μὴ ταφεὶς Ἀθῆν. κ.ἀ.: Παροιμ. φρ. Πεθαμένος κιˬ ἄχωστος (ἐπὶ ἀδόξου τέλους). Συνών. ἄθαφτος 1.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA