ἀνεμόσυρτος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀνεμόσυρτος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀνεμόσυρτος ἐπίθ. ΓΒλαχογιάνν. Γῦροι ἀνέμ. 55

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἄνεμος καὶ τοῦ ἐπιθ. συρτός.

Σημασιολογία

Ὁ ὑπὸ τοῦ ἀνέμου παρασυρόμενος: Ἡ πεταλούδα ἄστατη, ἀνεμόσυρτη φυλή, ποῦ τρέχει ᾿ς τὸ χαμὸ καὶ ᾿ς τὸ γκρεμό.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/