ἀνθεύομαι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνθεύομαι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀνθεύομαι, ἀθ-θεύγομαι Χίος ᾿θκε͜ιεύγκουμαι Ρόδ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀνθῶ.
Σημασιολογία
Εὑρίσκομαι ἐν ὰνθηρᾷ καταστάσει ἔνθ᾽ ἄν.: Φρ. Αὐτὸς ἀθ-θεῖ καὶ ἀθ-θεύγεται Χίος Θκεί καὶ θκε͜ιεύγκεται Ρόδ. πβ. ἀνθῶ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA