ἀνθοβολιˬὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνθοβολιˬὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θυληκό
Τυπολογία
ἀνθοβολιˬὰ ἡ, ΓΒλαχογιάνν. Λογ. κι ἀντίλογ. 31
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀνθοβολῶ.
Σημασιολογία
Ἡ ἄνθησις, ἀνθοβόλησις: Ὁ πεῦκος ὅλο πρόσεχε τῆς ροδεˬᾶς τὴν τόσο φουντωμένη ἀνθοβολιˬά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA