ἄνθρακας

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἄνθρακας

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἄνθρακας ὁ, λόγ. σύνηθ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἀρχ. οὐσ. ἄνθραξ.

Σημασιολογία

Ὡς ἰατρικὸς ὅρ., κακοήθης φλύκταινα ἑδράζουσα συνήθως εἰς τὰ ἀκάλυπτα μέρη τοῦ σώματος, ἐμφανιζομένη τὸ πρῶτον ὡς ἐρυθρὰ κηλὶς ἐν εἴδει στίγματος ψύλλου αὐξανομένη δὲ ταχέως καὶ μεταβαλλομένη εἰς φυσαλλίδα μετὰ ὑποκιτρίνου περιεχομένου καὶ μετ᾿ ἐρυθρότητος καὶ οἰδήματος τοῦ πέριξ δέρματος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/