ἀνονομάτιστος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀνονομάτιστος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀνονομάτιστος ἐπίθ. ἀνουμάτ’στους Στερελλ. (Αἰτωλ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ἐπιθ. *ὀνοματιστὸς<ὀνοματίζω.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ λαβὼν ὄνομα: Ἀνουμάτ’στου τό ’χου ἀκόμα τοὺ σκ’λλί. Πβ. *ἀνονοματέλλι.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/