γαˬιδουρογˬιατρὸς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γαˬιδουρογˬιατρὸς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
γαˬιδουρογˬιατρὸς ὁ, πολλαχ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. γαιˬδούρι και γιˬατρός.
Σημασιολογία
Ἰατρὸς ὄνων. Πβ. ἀλογογιˬατρός.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA