ἀρτένα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀρτένα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θυληκό
Τυπολογία
ἀρτένα ἡ, Θήρ. Κρήτ. Μῆλ. Σῦρ. -.Λεξ. Μπριγκ. ἀρτῖνα Ζάκ. ἀρτῖνας ὁ, Ζάκ. ἀρτένης D’ Arcy Thompson Gloss.of greek birds 27.
Ετυμολογία
Κατὰ Gmeyer Neugr. Stud. 4,14 Ἰταλ.
Σημασιολογία
1)Τὸ πτηνὸν πουφφῖνος ὁ τεφρὸς (puffinus cinereus) τῆς τάξεως τῶν στεγανοπόδων (palmipedes) ἔνθ’ ἀν. β) Μεταφ. γυνὴ ἐκδεδιῃτημένη Θήρ. 2) Μετων. ἄνθρωπος ἄπληστος Ζάκ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA