ἀρτούλλι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀρτούλλι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀρτούλλι τό, Κάλυμν. Νίσυρ.
Ετυμολογία
Ὑποκορ. τοῦ οὐσ. ἄρτος διὰ τῆς καταλ. -ούλλι.
Σημασιολογία
1) Ἀρτουδάκι Ι ὃ ἰδ., Κάλυμν. 2) Πληθ., μικροὶ ἀρτίσκοι κομιζόμενοι εἰς τὴν ἐκκλησίαν μεθ’ ἐνὸς μεγάλου ἄρτου διὰ τὴν τελετὴν τῆς άρτοκλασίας Νίσυρ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA