γαˬιδουρολειχῆνα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γαˬιδουρολειχῆνα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γαˬιδουρολειχῆνα ἡ, ἀμάρτ. γαδαρα’χῆνα Ἴμβρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. γαιˬδούρι καὶ λειχῆνα, παρ’ ὃ καὶ ἁλειχῆνα.
Σημασιολογία
Εἶδος δερματικοῦ ἐξανθήματος εὐκόλως ἐξαπλουμένου καὶ δυσκόλως θεραπευομένου. Πβ. γαιˬδουροφάγωμα (ΙΙ) 2. γαιˬδουρόψωρα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA