ἀρχαγγελᾶτος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀρχαγγελᾶτος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἀρχάγγελᾶτος ὁ, χαρχαγγελᾶτος Χηλ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ὄν. ἀρχάγγελος καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ᾶτος.
Σημασιολογία
Ἀρχάγγελος 1, ὃ ἰδ.: Αἴνιγμ. Ἄγγελος, χαρχάγγελος | καὶ χαρχαγγελᾶτος πορπατεῖ καὶ σείνει | τὴν άληθοσύνη (ὁ στατήρ).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA