ἀντημερέας
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀντημερέας
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀντημερέας ἐπίρρ. Πόντ. (Σάντ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιρρ. ἀντήμερα.
Σημασιολογία
Ἡμέρας ἔτι οὔσης, ἐνωρίς, πρὶν νυκτώσῃ. Καὶ μετὰ τῆς προθ. ἀπό: Ἀπ᾿ ἀντημερέας (ἀπὸ νωρίς).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA