ἀρχοντάνθρωπος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀρχοντάνθρωπος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀρχοντάνθρωπος ὁ, σύνηθ. ἀρχοdάθρωπος πολλαχ. ἀρκοντάθρωπος Κύπρ. Μεγίστ. ἀρχουντάθρουπους βόρ. ἰδιώμ. ἀρχουdάθρουπους πολλαχ βορ. ἰδιωμ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἄρχοντας καὶ ἄνθρωπος.

Σημασιολογία

Ἄνθρωπος εὐπαρουσίαστος καὶ εὐγενὴς τοὺς τρόπους ἣ γενναιόδωρος: Εἶναι ἕνας ἀρχοντάνθρωπος!

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/