γιˬαώρας

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γιˬαώρας

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

γιˬαώρας ἐπίρρ. Ἤπ. (Ζαγόρ.) Κῶς γιˬάουρας Ρόδ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῆς προθ γιˬὰ < διὰ καὶ τοῦ οὐσ. ὥρα. Διὰ τὸ καταληκτικὸν -ς πβ. ξώρας. Ὁ τονισμὸς τοῦ τύπ. γιˬάουρας κατ’ ἀναλογίαν πρὸς τὰ ἄξαφνα, πάραυτα κττ.

Σημασιολογία

1) Διά τὰς ἀνάγκας τῆς ὥρας, τῆς στιγμῆς, πρὸς τὸ παρόν, προσωρινῶς Ἤπ. (Ζαγόρ.): Ὅσου γιˬαώρας, καλὰ ’μιστι. 2) Ἀμέσως, ἐντὸς ἐλαχίστου χρονικοῦ διαστήματος Κῶς Ρόδ. Ἤκαμεν dὰ μάγιˬα τσ’ ἐκόπητε γ-γιˬαώρας ὁ ἀγέρας Κῶς Ἔγινεγ- γιˬάουρας καλὰ Ρόδ. Ἀνοίουν dὸ παν-νὶ καὶ γιˬάουρας εὑρέθηκαν πίσω ’ς τὴ Λίνdο αὐτόθ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/