βαθμολόγος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βαθμολόγος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
βαθμολόγος ὁ, Ἀθῆν.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. βαθμὸς καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -λόγος.
Σημασιολογία
Ὄργανον διὰ τοῦ ὁποίου μετροῦν τὸν βαθμὸν τῆς γνησιότητος τοῦ χρυσοῦ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA