βαὲ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βαὲ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
βαὲ ἐπίθ. Τσακων.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. βοῦ, τοῦ ὁποίου εὐχρηστεῖ ὡς μετοχὴ Ἰδ. Δέφνερ. Λεξ. 76.
Σημασιολογία
Ἐκεῖνος διὰ τὸν ὁποῖον ἔκλαυσέ τις, οἶον ἐπὶ νεκροῦ. Ἀντίθ. ἄβαε.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA