γαμπροκάλεσμα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γαμπροκάλεσμα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γαμπροκάλεσμα τό, Πόντ (Σούρμ.) γαμπροκάλεσμαν Πόντ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. γαμπρὸς καί κάλεσμα.
Σημασιολογία
1) Ἡ κατὰ τὴν ἑβδόμην μετὰ τὸν γάμον ἡμέραν πρόσκλησις τῶν νεονύμφων εἰς τὴν οἰκίαν τῶν γονέων τῆς νύμφης Σούρμ. 2) Ἡ μετὰ τοὺς ἀρραβῶνας πρόσκλησις ὑπὸ τῶν γονέων τῆς μνηστῆς τοῦ μνηστῆρος καὶ τῶν γονέων καὶ πλησιεστέρων συγγενῶν του εἰς εὐωχίαν Πόντ. Συνών. γαμπρολάλεμαν, γαμπρολάλιν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA