γανίτης

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γανίτης

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

γανίτης ὁ, Ρόδ. Σύμ. Χάλκ.

Ετυμολογία

᾿Αγνώστου ἐτύμου. Ἡ λ. καὶ ἐν ἐγγράφω τοῦ 18ου αἰῶνος «τῆς δίδουν προῖκα λουλᾶν καὶ μὲ γανίτες πέντε».

Σημασιολογία

Μέγας πίθος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/