ἀσημογόμαρο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀσημογόμαρο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀσημογόμαρο τό, Λεξ. Δημητρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἀσήμι καὶ γομάρι.

Σημασιολογία

Ὁ πλούσιος ἀλλὰ συγχρόνως καὶ βλάξ, ὑβριστικῶς.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/