ἀντιδιˬαβαίνω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀντιδιˬαβαίνω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀντιδιˬαβαίνω Α’Εφταλ. Μαζώχτρ. 51 –ΧΧρηστοβασ. Διηγ. στάνης 105 -Λεξ. Δημητρ. ἀντιδβαίνω Πόντ. (Κερασ. Σάντ.) ἀντιδαίνω Πόντ (Κερασ.)

Χρονολόγηση

Αρχαίο

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἀρχ. ἀντιδιαβαίνω=διαβαίνω ἐναντίον τοῦ διαβάντος.

Σημασιολογία

1) Ἐπιστρέφω διὰ τῆς αὐτῆς ὁδοῦ, δι᾿ ἧς ἦλθον, βαδίζω τὴν αὐτὴν ὁδὸν ἀντιθέτως Πόντ. (Κερασ.) Διὰ τὴν σημ. πβ. Ξενοφ ᾿Αγησ. 1, 8 «ἐπειδὴ ὁ Πέρσης πρόσθεν ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα διέβη, ἀντιδιαβῆναι ἐπ᾿ αὐτὸν [᾿Αγησίλαος ἐπεθύμησε]». β) ᾿Επαναλαμβάνω τὴν διάβασιν, διαβαίνω ἐκ νέου, βαδίζω καὶ πάλιν τὴν αὐτὴν ὁδὸν Πόντ. (Σάντ.) -Λεξ. Δημητρ. || ᾎσμ. Διˬάβαινε κιˬ ἀντιδιˬάβαινε γιˬὰ τῆς μηλεˬᾶς τὰ μῆλα Λεξ. Δημητρ. Συνών. ξαναδιˬαβαίνω, ξαναπερνῶ. 2) Διαβαίνω, διέρχομαι ἀπέναντί τινος ΑἘφταλ. ἔνθ’ ἀν. ΧΧρηστοβασ ἔνθ’ ἀν.: Καθὼς εἶδαν τὴν ᾿Ασήμω κιˬ ἀντιδιˬάβαινε ΑἘφταλ. Κοίταξε ἄγρια τοὺς ἀνθρώπους ποῦ ἀντιδιˬάβαιναν ΧΧρηστοβασ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/