ἀντίδωρο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀντίδωρο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀντίδωρο τό, (Ι) ᾽Αθῆν. Πελοπν. (Μεσσ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τῆς προθ. ἀντὶ καὶ τοῦ οὐσ. δῶρο.
Σημασιολογία
Τὸ ἀνταποδιδόμενον δῶρον: Φρ. Τὸ δῶρο ἔχει ἀντίδωρο ἔνθ’ ἀν. Πβ. ἀντίχαρι.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA