ἀντίκακος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀντίκακος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀντίκακος ἐπίθ. Κρήτ.(Βιάνν.) ἀντίκακο τό, Πελοπν. (Λακων. Μάν.) Πόντ. (Τραπ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τῆς προθ. ἀντὶ καὶ τοῦ οὐσ. κακός.

Σημασιολογία

1) Ὁ κατ’ ἀμοιβαιότητα κακὸς Κρήτ. (Βίανν.): Παροιμ. φρ. Ὁ κακὸς θέλει ἀντίκακο (ὁ κακὸς ἄνθρωπος μόνον πρὸς ὅμοιόν του εἶναι ἀκίνδυνος). 2) Τὸ οὐδ. ὡς οὐσ., τὸ ἀνταποδιδόμενον κακὸν Πελοπν. (Λακων. Μάν.) Πόντ. (Τραπ.): Παροιμ. φρ. Τὸ κακὸ θέλει ἀντίκακο (εἰς τὴν κακὴν πρᾶξιν πρέπει νὰ ἀνταποδίδεται ἄλλη κακὴ πρᾶξις). β) Τὸ ἐπακολουθοῦν, τὸ προστιθέμενον κακὸν εἰς ἄλλο κακὸν Πελοπν. (Λάκων. Μάν.): Παροιμ. ’Απὸ κακὸ ᾿ς τ᾽ ἀντίκακο κι ἀγκάθι ’ς τ’ ἄλλ᾿ ἀγκάθι (ἐπὶ ἐπαναλήψεως ἀτυχημάτων) Μάν. ᾿Απὸ κακὸ ᾽ς ἀντίκακο κιˬ ἀπ᾽ ἀγκάθι ’ς ἀγκάθι (συνών. τῇ προηγουμένῃ) Λακων.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/