ἀντιλογητὴς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀντιλογητὴς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀντιλογητὴς ὁ, ἀμάρτ ἀθιογίστρα Τσακων.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ρ. ἀντιλογῶ. Ὁ τύπ. ἀθιˬογίστρα ἀντὶ ἀντιλογίστρα ὡς καὶ ἀθιογὴ<ἀντιλογή.

Σημασιολογία

Κακολόγος, συκοφάντης. Διὰ τὴν σημ. πβ. Ἐρωτοπαίγν. στ. 322 (ἔκδ. Hesseling-Pernot) «ψεύστης καὶ ἀντιλογητὴς καὶ ὁποὺ φιλεῖς κομπώνεις».

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/