ἀντιμίλημα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀντιμίλημα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀντιμίλημα τό, ἐνιαχ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. ἀντιμιλῶ.
Σημασιολογία
Αὐθάδης ἀπάντησις, ἀντιλογία, ἀντίρρησις: Ἀκούονται βλαστήμιˬες καὶ βρισιˬὲς τῶν ἀντρῶν ’ς τοὶς γυναῖκες τους καὶ κἄποτε ἀπότομα τ᾽ ἀντιμιλήματα ἐκείνων. ΑΚαρκαβίτσ. Ζητιᾶν. 131. Συνων ἰδ. ἐν. λ. ἀντίκρισι.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA