γνωμίζω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γνωμίζω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

γνωμίζω Νίσυρ. Χίος - Λεξ. Βάιγ. Κορ, Ἄτακτ., 4.84. Ἐλευθερουδ. Δημητρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. γνώμη. Ἡ λ. καὶ εἰς Σομ.

Σημασιολογία

1) Σχηματίζω ἢ ἔχω γνώμην, κρίσιν, κρίνω Χίος - Λεξ. Βάιγ. Κορ., ἔνθ᾽ ἀν. Δημητρ. Ἡ σημ. καὶ εἰς Σομ. 2) Ὀργίζομαι, θυμώνω Νίσυρ. - Λεξ. Ἐλευθερουδ. Δημητρ.: Μὴ τοῦ μιλᾷς καὶ γνωμίζω Νίσυρ. Εἶντα γνωμίζεις, μάννα μου; αὐτόθ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/