ἀσημοφέγγω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀσημοφέγγω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀσημοφέγγω Λεξ. Δημητρ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἀσήμι καὶ τοῦ ρ. φέγγω.
Σημασιολογία
Ἔχω χρῶμα ὑπόλευκον, ἀργυρόχρουν: Ἀσημοφέγγει ἡ ἀκρογιˬαλιˬὰ-τὸ πέλαγο-ἠ πλαγιˬά. Πβ. ἀσημοφέρνω.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA