βαθυστοχασιˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

βαθυστοχασιˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

βαθυστοχασιˬὰ ἡ, ΓΨυχάρ. Ρωμαίικ. θέατρ. 129.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. βαθυστόχαστος.

Σημασιολογία

Βαθεῖα, ἐμβριθὴς σκέψις: Τώρᾳ τὴν ἔννο͜ιωσα τὴ βαθυστοχασιˬά σου, τώρᾳ σὲ θαυμάζω καὶ σὲ προσκυνῶ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/