γολετίτσα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γολετίτσα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γολετίτσα ἡ, πολλαχ. γουλετ-ίτσα Μεγίστ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. γολέτα καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -ίτσα
Σημασιολογία
Μικρὰ γολέτα ἔνθ᾽ ἀν.: Ἂν δὲν ἔπλεε καμμιˬὰ βρατσέρα ἢ καμμιˬὰ γολετίτσα τὴν νύκτα ἐκείνην εἰς τὸ πέλαγος Α. Παπαδιαμ., Φόνισσ., 140.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA