γιˬοὺ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γιˬοὺ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επιφώνημα
Τυπολογία
γιˬοὺ ἐπιφών. Θάσ. (Θεολόγ. κ.ἀ.) Θρᾴκ. (’Επιβάτ. κ.ἀ.) Λυκ. (Λιβύσσ.) Ρόδ. Σκῦρ. ἰγιˬοὺ Θάσ. ἰοὺ Θεσσ. (Βόλ.) Καππ. (’Αραβάν. Γούρτον.)
Ετυμολογία
Λέξις πεποιημένη.
Σημασιολογία
Ἐπιφών. ἐκφράζον 1) Λύπην, θαυμασμὸν Θάσ. (Θεολόγ. κ.ἀ.) Θεσσ. (Βόλ.) Καππ. (Ἀραβάν. Γούρτον.): Ἰγιού! καρ’τήθ’κα ’λόρτος ! (ὤ, ἐκρατήθηκα ὁλόρθος !) Θάσ. 2) Ἐπιτίμησιν, ἀποδοκιμασίαν Σκῦρ. 3) Ἁπλῆν κραυγὴν πρὸς ἀποπομπῆν προσώπου ἢ ἀποδίωξιν ἱέρακος Ρόδ. 4) Ἀπάντησιν καλουμένου πρὸς δήλωσιν τῆς παρουσίας του καὶ προσδιορισμὸν τοῦ σημείου ὅπου εὑρίσκεται Θρᾴκ. (’Επιβάτ.)
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA