ἀσκομαχιˬαζυνέσκω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀσκομαχιˬαζυνέσκω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀσκομαχιˬαζυνέσκω Πελοπν. (Πάνιτσ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. ἀσκομαχιˬάζω καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. –υνέσκω.

Σημασιολογία

Ἀσκομαχιˬάζω 1, ὃ ἰδ.: Μὴ dὸνε παίρνετε κοdά, γιˬατὶ ἀσκομαχιˬαζυνέσκει.Ἡ ἀνηφόρα μὲ ἀσκομαχιˬαζυνέσκει.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/