γοργοπλέκω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γοργοπλέκω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
γοργοπλέκω Κρήτ. - Λεξ. Δημητρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. γοργὰ καὶ τοῦ ρ. πλέκω.
Σημασιολογία
Γοργά, ταχέως πλέκω ἔνθ᾽ ἀν.: Ποίημ. Τεχνήτρα τ᾽ ἀραχνόφαντο μαγνάδι ἡ νύχτα γοργοπλέκει ᾽ς τὴ σιγὴ Λεξ. Δημητρ. Ἀντίθ. ἀργοπλέκω.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA