γοργοπνέω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γοργοπνέω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

γοργοπνέω Λ. Μαβίλ. εἰς Ν. Ἐστ. 15 (1934), 1068.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. γοργά καὶ τοῦ ρ. πνέω.

Σημασιολογία

Πνέω μετὰ ταχύτητος: Κάτι σκοποὶ νεραϊδένιˬοι γοργοπνένε περνῶντας ἄπιˬαστοι ἀπὸ τὴν ψυχή μου.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/