βαρδατέντα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βαρδατέντα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
βαρδατέντα ἡ, ὡς ναυτικὸς ὅρ. πολλαχ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ Βενετ. varda tenda. Ἰδ. DCHesseling Mots marit. 15.
Σημασιολογία
Συνήθως πληθ., τὰ πλευρικὰ σχοινία ἐπὶ τῶν ὁποίων στηρίζεται ἡ σκηνή.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA