γκαλλινάρω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γκαλλινάρω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
γκαλλινάρω ἡ, ἐνιαχ. γκα’νάρου Ἤπ. (Ἄγναντ. Πλάκ. Πράμαντ. κ.ἀ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ’Ιταλ. gallina καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -άρω, θηλ. τοῦ -άρης.
Σημασιολογία
Γκλλῖνα, τὸ ὁπ. βλ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA