ἀντιξομπλιˬάζω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀντιξομπλιˬάζω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀντιξομπλιˬάζω (Βύρων 2, 437).

Ετυμολογία

Ἐκ. τῆς προθ. ἀντὶ καὶ τοῦ ρ. ξομπλιˬάζω.

Σημασιολογία

Ἐπὶ ὑφάντου, κεντῶ, ἐνυφαίνω: ᾎσμ. Ξέρω καὶ ’φαίνω καμουχᾶ καὶ ’φαίνω μεχλιμπίδιˬα κι ἀντιξομπλιˬάζω τὸν ἀεˬτὸ καὶ φτε͜ιάνω τὸν πετρίτη.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/