ἀντιπρόπερσι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀντιπρόπερσι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀντιπρόπερσι ἐπίρρ. ἀντιπροπέρυσι Ἤπ. ἀντιπριˬοπέρυσι Κῶς ἀντιπρεπέρυσι Ἀμοργ. ἀντιπρόπερσι κοιν. ἀdιπρόπερσι Σύμ. κ.ἀ. ἀdιπρόπιρσ’ Σκόπ. ἀντιπρόπρισ' Μακεδ. ἀντιπριˬόπερσι Πελοπν. (Λακων.) Ρόδ. ἀdιπριˬόπερσι Κύθηρ. ἀdιπεριˬόπερσι Κύθηρ. ἀντιπιˬόπερσι Κίμωλ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῆς προθ. ἀντὶ καὶ τοῦ ἐπιρρ. προπέρυσι.

Σημασιολογία

Τὸ προηγούμενον ἔτος τοῦ προπερυσινοῦ, πρὸ τριῶν ἐτῶν: Ἠντύθηκα μόσκαρις ἀντιπιˬόπερσι (μόσκαρις=₌ μασκαρᾶς) Κίμωλ. Εἶν᾿ ἀπὸ ἀντιπρόπερσι ποῦ ἔχομου νὰ ἰδοῦμου σοδε͜ιὰ (ἰδοῦμου ₌ ἰδοῦμε) Παξ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/